Τι σημαίνει άγχος;
Ο όρος “άγχος” προέρχεται από το ρήμα “άγχω” που σημαίνει “σφίγγω το λαιμό” (από εκεί προέρχονται και οι λέξεις “αγχόνη” και “απαγχονισμός”).
Πότε είναι το άγχος παθολογικό;
Το άγχος αποτελεί προϊόν φυσιολογικών διεργασιών του οργανισμού και όταν παρουσιάζεται υπό συνθήκες και εκδηλώνεται κατάλληλα είναι κινητοποιητικό, εποικοδομητικό, αποδοτικό και επιθυμητό (eustress). Παθολογικό (distress) θεωρείται το άγχος όταν είναι δυσανάλογα έντονο σε σχέση με το αγχογόνο ερέθισμα, εμφανίζεται με υψηλή συχνότητα ή έχει μεγάλη διάρκεια και προκαλεί σημαντική δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα στο άτομο, σε έναν ή περισσότερους τομείς της καθημερινής του ζωής (πχ. αυτοφροντίδα, αυτοδιαχείριση, εκπαίδευση, εργασία, διαπροσωπικές σχέσεις, κοινωνική ζωή, ψυχαγωγία).
Ποιες είναι οι βασικές διαταραχές άγχους;
Οι βασικές διαταραχές άγχους είναι α) η διαταραχή πανικού, β) η διαταραχή γενικευμένου άγχους, γ) η διαταραχή κοινωνικού άγχους, δ) οι ειδικές φοβίες και ε) η αγοραφοβία.
Που οφείλονται οι διαταραχές άγχους;
Η αιτιολογία των διαταραχών άγχους είναι πολυπαραγοντική. Αυτό σημαίνει ότι βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες αλληλεπιδρούν μεταξύ τους συντελώντας, τόσο στην προδιάθεση για την εκδήλωση μιας διαταραχής, όσο και στην έκλυση και διατήρηση αυτής.
Ο βαθμός κατά τον οποίο διαφορετικοί παράγοντες συμμετέχουν στην εμφάνιση της συμπτωματολογίας ποικίλει. Ο ρόλος των γονιδίων φαίνεται ότι είναι σημαντικός στην αγοραφοβία (60%), μέτριος στη διαταραχή πανικού (40%) και σχετικά μικρός στη διαταραχή κοινωνικού άγχους (25%). Στοιχεία της προσωπικότητας όπως η υπερυπευθυνότητα, η τελειοθηρία, η καταναγκαστικότητα, η ανταγωνιστικότητα, η εσωστρέφεια και η καχυποψία ενισχύουν την πιθανότητα εκδήλωσης διαταραχών άγχους, ενώ ανάλογη επίδραση μπορεί να έχουν διάφορες ψυχοπιεστικές καταστάσεις (πχ. απώλεια, έλλειψη, απειλή, απόρριψη, αλλαγή, αποτυχία, σύγκρουση, ψυχοτραυματική εμπειρία). Ουσιώδης στην ανάπτυξη και εγκατάσταση των διαταραχών άγχους φαίνεται πως είναι επίσης ο ρόλος της μάθησης (κλασικής, συντελεστικής και κοινωνικής). Ουδέτερα ερεθίσματα συνδέονται συχνά με αγχογόνα, αποκτώντας τις ιδιότητές τους και δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για την έκφραση παθολογικού άγχους.
Ποιες είναι οι περιοχές του εγκεφάλου που συμμετέχουν στην εκδήλωση των αγχωδών εκδηλώσεων;
Οι περιοχές του εγκεφάλου που αλληλεπιδρώντας μεταξύ τους και δημιουργώντας ένα βιολογικό κύκλωμα, φαίνεται να συμμετέχουν στην εκδήλωση των αγχωδών εκδηλώσεων είναι οι εξής: α) η αμυγδαλή, η οποία συντονίζει τη συναισθηματική αντίδραση, β) ο προμετωπιαίος φλοιός, ο οποίος αποτελεί την έδρα των γνωσιακών λειτουργιών (της σκέψης), γ) ο ιππόκαμπος, στον οποίο πραγματοποιείται η διαδικασία της μάθησης και η σύνδεση των εξωτερικών και εσωτερικών ερεθισμάτων με τις συναισθηματικές αντιδράσεις και δ) ο υποθάλαμος και το στέλεχος, που ευθύνονται για τις νευροενδοκρινικές και αυτονομικές εκδηλώσεις και κατά συνέπεια για τις σωματικές αντιδράσεις.
Παράδειγμα
Ερέθισμα: Aράχνη.
Μάθηση (ιππόκαμπος): άκουσα για ένα άτομο στο εξωτερικό που το τσίμπησε μια δηλητηριώδης αράχνη και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Σκέψη (προμετωπιαίος φλοιός): οι αράχνες είναι επικίνδυνες και δηλητηριώδεις, αν με τσιμπήσει μια αράχνη μπορεί να πεθάνω. Συναισθηματική αντίδραση (αμυγδαλή): έντονο άγχος, αγωνία, φόβος. Σωματική αντίδραση (υποθάλαμος, στέλεχος): ταχυκαρδία, ταχύπνοια, εφίδρωση, μυϊκή τάση, τρόμος. Συμπεριφορική αντίδραση: διαφυγή, αγωνιώδης έκκληση σε βοήθεια.
Πόσο συχνές είναι οι διαταραχές άγχους;
Εκτιμάται ότι περίπου 1 στους 5 ανθρώπους θα εμφανίσει κάποια διαταραχή άγχους κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η ειδική φοβία φαίνεται ότι αποτελεί τη συχνότερα εμφανιζόμενη διαταραχή άγχους (6-9%). Ακολουθούν κατά σειρά η διαταραχή κοινωνικού άγχους (2-5%), η διαταραχή πανικού (2-3%), η διαταραχή γενικευμένου άγχους (1-3%) και η αγοραφοβία (2%).
Τι είναι η κρίση πανικού;
Η κρίση πανικού είναι ένα επεισόδιο αιφνίδιου και έντονου άγχους – φόβου που κορυφώνεται εντός ολίγων λεπτών και κατά τη διάρκεια του οποίου εμφανίζονται κάποια από τα εξής συμπτώματα:
• Αίσθημα παλμών ή ταχυκαρδία. • Εφίδρωση. • Τρόμος. • Αίσθημα δύσπνοιας ή ασφυξίας. • Αίσθημα πνιγμονής. • Πόνος στο στήθος ή δυσφορία. • Ναυτία ή κοιλιακά ενοχλήματα. • Αίσθημα ζάλης, αστάθεια ή τάση για λιποθυμία. • Ρίγη ή αίσθημα ζέστης. • Παραισθησίες (μουδιάσματα ή μυρμηγκιάσματα). • Φόβος απώλειας του ελέγχου ή επερχόμενης τρέλας. • Φόβος θανάτου. • Αποπροσωποίηση ή αποπραγματοποίηση (αίσθηση του εαυτού ή του περιβάλλοντος αντίστοιχα ως “ξένου”, ως μη οικείου).
Η κρίση πανικού δεν είναι ψυχική διαταραχή αλλά κλινική εκδήλωση, που μπορεί να παρουσιαστεί στα πλαίσια ποικίλων ψυχικών (πχ. κατάθλιψη, διαταραχές του ψυχωτικού φάσματος, διαταραχή μετατραυματικού στρες) και σωματικών ασθενειών (πχ. νόσοι του καρδιαγγειακού, αναπνευστικού ή γαστρεντερικού συστήματος) ή υπό την επίδραση ψυχοτρόπων ουσιών. Υγιή άτομα δύναται να εμφανίσουν κρίση πανικού σε συνθήκες έντονου στρες.
Τι είναι η διαταραχή πανικού;
Η διαταραχή πανικού είναι μια διαταραχή άγχους κατά την οποία το άτομο βιώνει επαναλαμβανόμενες και απροσδόκητες κρίσεις πανικού. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει μία τουλάχιστον κρίση πανικού να συνοδεύεται για τουλάχιστον ένα μήνα από α) επίμονη ανησυχία του ατόμου για επιπρόσθετες κρίσεις πανικού ή τις συνέπειές τους (πχ. απώλεια του ελέγχου, έμφραγμα, τρέλα) ή/και β) δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές που είναι σχετικές με τις κρίσεις πανικού (πχ. αποφυγές). Παράλληλα, θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή.
Τι είναι η διαταραχή γενικευμένου άγχους;
Η διαταραχή γενικευμένου άγχους είναι μια διαταραχή άγχους κατά την οποία το άτομο βιώνει μια υπερβολική, μη ελεγχόμενη, μη διαχειρίσιμη ανησυχία, η οποία είναι σχεδόν καθημερινή, αφορά πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις ή δραστηριότητες και προκαλεί σημαντική δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα σε ένα ή περισσότερους τομείς της καθημερινής ζωής.
Συνήθη συμπτώματα της διαταραχής είναι η νευρικότητα, το αίσθημα αγωνίας, τα “τεντωμένα” νεύρα, η δυσκολία στη συγκέντρωση, το αίσθημα ότι το μυαλό είναι “κενό”, η ευερεθιστότητα, η εύκολη κόπωση, η μυϊκή τάση και οι δυσκολίες στον ύπνο. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή.
Τι είναι η ειδική φοβία;
Η ειδική φοβία είναι μια διαταραχή άγχους κατά την οποία το άτομο νιώθει έντονο φόβο κατά την παρουσία συγκεκριμένου ερεθίσματος. Η συναισθηματική αντίδραση εκλύεται άμεσα κατά την έκθεση στον φοβογόνο παράγοντα, είναι δυσανάλογη σε σχέση με τον αντικειμενικό “κίνδυνο” και οδηγεί σε συμπεριφορές διαφυγής ή αποφυγής (το άτομο προσπαθεί να διαφύγει της φοβογόνου κατάστασης ή να την αποφύγει). Σε κάποιες περιπτώσεις είναι πιθανό το άτομο να ανέχεται το “αντικείμενο” του φόβου, βιώνοντας ωστόσο υψηλά επίπεδα άγχους. Η διαταραχή προκαλεί σημαντική δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα σε ένα ή περισσότερους τομείς της καθημερινής ζωής. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Συνήθη ερεθίσματα που προκαλούν παθολογικό φόβο είναι διάφορα ζώα (πχ. αράχνες, έντομα, σκύλοι), στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος (πχ. ύψος, νερό, καταιγίδες), το αίμα, οι ενέσεις, τα τραύματα, τα αεροπλάνα και οι κλειστοί χώροι (πχ. ανελκυστήρες).
Τι είναι η διαταραχή κοινωνικού άγχους;
Η διαταραχή κοινωνικού άγχους είναι μια διαταραχή άγχους κατά την οποία το άτομο βιώνει σημαντικού βαθμού άγχος για μία ή περισσότερες κοινωνικές καταστάσεις στις οποίες είναι πιθανό να εκτεθεί σε “έλεγχο”, “εξέταση” ή “παρατήρηση” από άλλους. Το άτομο φοβάται ότι θα ενεργήσει με ένα τρόπο που θα οδηγήσει σε αρνητική αξιολόγησή του, με αποτέλεσμα να αισθανθεί ταπείνωση, αμηχανία, απόρριψη ή προσβολή. Η συναισθηματική αντίδραση είναι δυσανάλογη της αντικειμενικής “απειλής” και οδηγεί σε συμπεριφορές διαφυγής ή αποφυγής. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι πιθανό το άτομο να ανέχεται την αγχογόνο κατάσταση, βιώνοντας ωστόσο υψηλά επίπεδα άγχους. Η διαταραχή προκαλεί σημαντική δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα σε ένα ή περισσότερους τομείς της καθημερινής ζωής. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή.
Τι είναι η αγοραφοβία;
Η αγοραφοβία είναι μια διαταραχή άγχους κατά την οποία το άτομο βιώνει έντονο άγχος όταν βρίσκεται μέσα σε πλήθος, επισκέπτεται κλειστούς (πχ. μαγαζιά, θέατρα, κινηματογράφοι) ή ανοικτούς χώρους (πχ. πάρκινγκ, γέφυρες, αγορές/παζάρια), μετακινείται με μέσα μαζικής μεταφοράς (πχ. λεωφορεία, τρένα, πλοία, αεροπλάνα), αναμένει σε ουρές (πχ. σε μια δημόσια υπηρεσία), μένει μόνο στο σπίτι ή κυκλοφορεί μόνο εκτός του σπιτιού.
Η συναισθηματική αντίδραση είναι δυσανάλογη της αντικειμενικής “απειλής” και εκλύεται ως αποτέλεσμα σκέψεων ότι α) η διαφυγή ίσως είναι δύσκολη ή β) δεν θα υπάρχει διαθέσιμη βοήθεια στην περίπτωση που εκδηλωθούν συμπτώματα πανικού, ανικανότητας ή αμηχανίας. Κατά συνέπεια το άτομο υιοθετεί συμπεριφορές διαφυγής ή αποφυγής ή απαιτεί να έχει πάντα κοντά του κάποιο οικείο πρόσωπο. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι πιθανό το άτομο να ανέχεται την αγχογόνο κατάσταση, βιώνοντας ωστόσο υψηλά επίπεδα άγχους.
Η διαταραχή προκαλεί σημαντική δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα σε ένα ή περισσότερους τομείς της καθημερινής ζωής. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή.
Υπάρχει φαρμακευτική θεραπεία για τις διαταραχές άγχους;
Ένας σημαντικός αριθμός φαρμακευτικών ουσιών είναι διαθέσιμος για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των διαταραχών άγχους. Τα φάρμακα που συνήθως χρησιμοποιούνται είναι οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs) και οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης (SNRIs). Άλλες ουσίες που χορηγούνται είναι οι βενζοδιαζεπίνες, η βουσπιρόνη, η προπανολόλη, η πρεγκαμπαλίνη και η γκαμπαπεντίνη. Η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου καθορίζεται από το είδος της αγχώδους διαταραχής, τη σωματική κατάσταση του ασθενή, το ιστορικό του, τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Η διάρκεια της φαρμακοθεραπείας εξατομικεύεται και εξαρτάται αφενός από τη βαρύτητα της συμπτωματολογίας και αφετέρου από τη συνύπαρξη ή όχι ψυχοθεραπευτικής αντιμετώπισης.
Αντιμετωπίζονται οι διαταραχές άγχους με ψυχοθεραπεία;
Οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις είναι ιδιαίτερα διαδεδομένες στα πλαίσια της αντιμετώπισης των διαταραχών άγχους. Η πλέον σύγχρονη, επιστημονικά τεκμηριωμένη και αποτελεσματική ψυχοθεραπεία για τις διαταραχές άγχους είναι η γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία η οποία περιλαμβάνει ψυχοεκπαίδευση, τεχνικές χαλάρωσης (τεχνικές αναπνοής και μυοχάλασης), εκπαίδευση στην ανίχνευση των δυσλειτουργικών μοτίβων σκέψης και στη γνωσιακή αναδόμηση, εκμάθηση κοινωνικών δεξιοτήτων και τεχνικών επίλυσης προβλημάτων και συμπεριφορικές ασκήσεις (πχ. ελεγχόμενη έκθεση στην αγχογόνο κατάσταση). Η θεραπεία πραγματοποιείται με τη διαρκή συνεργασία θεραπευτή και θεραπευόμενου και διαρκεί περίπου 4-6 μήνες. Στόχος της ψυχοθεραπείας δεν είναι μόνο η ύφεση των κλινικών εκδηλώσεων αλλά και η αποφυγή πιθανής υποτροπής.
Συχνά προτείνεται ο συνδυασμός φαρμακοθεραπείας και ψυχοθεραπείας, καθώς η φαρμακευτική αγωγή επιταχύνει την ανακούφιση από τα συμπτώματα ενώ η ψυχοθεραπεία ενισχύει και εδραιώνει το θεραπευτικό αποτέλεσμα, καθιστώντας επί της ουσίας τον ασθενή “ιατρό του εαυτού του”.
Ποια είναι η πρόγνωση των διαταραχών άγχους;
Οι διαταραχές άγχους είναι γενικά αντιμετωπίσιμες. Η πλειονότητα των ασθενών εμφανίζει από ικανοποιητική έως πλήρη ύφεση των συμπτωμάτων μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, εφόσον γίνει έγκυρη διάγνωση και χορηγηθεί-εφαρμοστεί η ενδεδειγμένη φαρμακοθεραπεία ή/και ψυχοθεραπεία.
Ποιες καταστάσεις ονομάζονται ψυχοπιεστικές και ποιες ψυχοτραυματικές;
Ψυχοπιεστικές ονομάζονται οι στρεσογόνες καταστάσεις που εμπεριέχονται στο φάσμα της συνήθους ανθρώπινης εμπειρίας, είναι δηλαδή σχετικά συχνές και τις αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ζωής τους (πχ. θάνατος κοντινού προσώπου, χωρισμός, οικονομικά προβλήματα, ενδοοικογενειακές συγκρούσεις, συνταξιοδότηση, μοναξιά, σωματική νόσος κλπ.).
Ψυχοτραυματικές ονομάζονται οι στρεσογόνες καταστάσεις που δεν εμπεριέχονται στο φάσμα της συνήθους ανθρώπινης εμπειρίας, είναι δηλαδή σχετικά σπάνιες και τις αντιμετωπίζουν λίγοι άνθρωποι κατά τη διάρκεια της ζωής τους (πχ. πόλεμος, βιασμός, βασανιστήρια, ληστεία, τσουνάμι, σοβαρό τροχαίο ατύχημα, τρομοκρατική επίθεση κλπ.). Γίνεται συνεπώς αντιληπτό ότι οι ψυχοτραυματικές εμπειρίες συνδέονται κυρίως με καταστάσεις κατά τις οποίες ένα ή περισσότερα άτομα απειλούνται με θάνατο ή σοβαρή σωματική βλάβη.
Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι, αν και κατά κανόνα οι ψυχοπιεστικές και οι ψυχοτραυματικές καταστάσεις μπορούν να διαχωριστούν με αξιοπιστία, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες γεγονότα που αντικειμενικά είναι συνήθη και χαμηλής επικινδυνότητας για πρόκληση θανάτου ή σοβαρής σωματικής βλάβης βιώνονται ως εξαιρετικά απειλητικά και επομένως δύναται να αποκτήσουν ιδιότητες ψυχοτραυματικής εμπειρίας.
Τι είναι οι σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές;
Οι σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές είναι ψυχιατρικές διαταραχές των οποίων οι κλινικές εκδηλώσεις συνδέονται αιτιολογικά με συγκεκριμένη ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση, δεν πληρούν τα κριτήρια για τη διάγνωση άλλης ψυχιατρικής διαταραχής, δεν μπορούν να αποδοθούν σε σωματική κατάσταση ή χρήση ουσιών και προκαλούν σημαντικού βαθμού δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα.
Ποιες είναι οι βασικές σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές;
Οι βασικές σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές είναι α) η διαταραχή προσαρμογής, β) η διαταραχή μετατραυματικού στρες και γ) η διαταραχή οξέος στρες.
Που οφείλονται οι σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές και από τι εξαρτάται η σοβαρότητά τους;
Η αιτιολογία των σχετικών με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχών είναι πολυπαραγοντική. Φαίνεται ότι ποικίλοι βιολογικοί (πχ. γονιδιακό υλικό, επιγενετικές επιδράσεις, σωματικές καταστάσεις, τρόπος ζωής), ψυχολογικοί (πχ. προσωπικότητα, εμπειρίες ζωής) και κοινωνικοί παράγοντες (πχ. υποστηρικτικό δίκτυο, παιδεία, πολιτισμικό πλαίσιο) αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και λειτουργούν προδιαθεσικά ή προστατευτικά (πχ. η αρνητική συναισθηματικότητα και η έλλειψη κοινωνικού περιβάλλοντος αυξάνουν την πιθανότητα εκδήλωσης κάποιας διαταραχής, ενώ η γνωσιακή ευελιξία και η ύπαρξη υποστηρικτικού δικτύου τη μειώνουν). Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων εξαρτάται αφενός από το βιοψυχοκοινωνικό προφίλ του κάθε ατόμου και αφετέρου από τα αντικειμενικά και υποκειμενικά χαρακτηριστικά του ψυχοπιεστικού ή ψυχοτραυματικού βιώματος (πχ. ένταση, διάρκεια, σκέψεις, συναισθήματα).
Τι είναι η διαταραχή προσαρμογής;
Η διαταραχή προσαρμογής χαρακτηρίζεται από την εκδήλωση ενός συνόλου συναισθηματικών (πχ. θλίψη, άγχος, θυμός, ευερεθιστότητα, ντροπή, ενοχές) και συμπεριφορικών (πχ. κοινωνική απόσυρση, επιθετικότητα, ψυχοκινητική επιβράδυνση, μειωμένη ενεργητικότητα, αποφυγές) συμπτωμάτων ως απάντηση σε συγκεκριμένη ψυχοπιεστική κατάσταση (πχ. διάγνωση σοβαρής σωματικής νόσου, θάνατος κοντινού προσώπου, χωρισμός, απόλυση κλπ.). Τα συμπτώματα εμφανίζονται εντός τριμήνου από την έναρξη της ψυχοπιεστικής κατάστασης και υποχωρούν εντός εξαμήνου μετά το τέλος αυτής ή των επιπτώσεών της. Η διαταραχή προκαλεί στο πάσχον άτομο δυσφορία δυσανάλογη της σοβαρότητας της ψυχοπιεστικής κατάστασης ή/και δυσλειτουργικότητα. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Η διαταραχή προσαρμογής δεν πρέπει να συγχέεται με το φυσιολογικό πένθος. Αντίθετα είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται σε περιπτώσεις που το πένθος λαμβάνει παθολογικές διαστάσεις.
Τι είναι η διαταραχή μετατραυματικού στρες;
Η διαταραχή μετατραυματικού στρες χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο κλινικών εκδηλώσεων που διαρκούν τουλάχιστον ένα μήνα και αποτελούν συνέπεια μιας ψυχοτραυματικής κατάστασης.
Ως ψυχοτραυματική κατάσταση ορίζεται η έκθεση σε πραγματικό ή επαπειλούμενο θάνατο, σοβαρό τραυματισμό ή σεξουαλική βία, με έναν εκ των ακόλουθων τρόπων: α) άμεση εμπειρία του τραυματικού γεγονότος, β) μάρτυρας, γ) πληροφόρηση (με την προϋπόθεση ότι το τραυματικό γεγονός συνέβη σε στενό οικείο πρόσωπο και ήταν βίαιο ή ατύχημα), δ) επαναλαμβανόμενη ή έντονη έκθεση σε λεπτομέρειες του τραυματικού γεγονότος που προκαλούν αποστροφή. Οι κλινικές εκδηλώσεις της διαταραχής μετατραυματικού στρες διακρίνονται σε πέντε κατηγορίες και είναι οι εξής:
i. Επαναβίωσης (έναρξη μετά την τραυματική κατάσταση). • Ανακλήσεις • Όνειρα • Αποσυνδετικές αντιδράσεις (flashbacks) • Έντονη ή παρατεταμένη ψυχική δυσφορία κατά την έκθεση σε εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα που συμβολίζουν ή θυμίζουν μια πτυχή της τραυματικής κατάστασης. • Σημαντικές ψυχολογικές αντιδράσεις κατά την έκθεση σε εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα που συμβολίζουν ή θυμίζουν μια πτυχή της τραυματικής κατάστασης.
ii. Αποφυγής (ή προσπάθειας αποφυγής) (έναρξη μετά την τραυματική κατάσταση). • Εσωτερικά ερεθίσματα (μνήμες – σκέψεις – συναισθήματα). • Εξωτερικά ερεθίσματα (άνθρωποι – μέρη – συζητήσεις – δραστηριότητες – αντικείμενα – καταστάσεις).
iii. Γνωσιακές – Συναισθηματικές (έναρξη ή επιδείνωση μετά την τραυματική κατάσταση). • Μη ικανότητα ανάκλησης σημαντικής πτυχής του τραυματικού γεγονότος. • Επίμονες και υπερβολικές αρνητικές πεποιθήσεις ή προσδοκίες για τον εαυτό ή τον κόσμο. • Επίμονες, διαστρεβλωμένες γνωσίες σχετικά με τα αίτια ή τις συνέπειες του τραυματικού γεγονότος που οδηγούν το άτομο στο να κατηγορεί τον εαυτό του ή άλλους. • Επίμονα αρνητικά συναισθήματα (πχ. φόβος, θυμός, ενοχή, ντροπή). • Υποηδονία – Ανηδονία. • Αίσθημα απομάκρυνσης – αποξένωσης από τους άλλους. • Επίμονη ανικανότητα βίωσης θετικών συναισθημάτων (ευτυχία, ικανοποίηση, αγάπη).
iv. Εγρήγορσης – Αντιδραστικότητας (έναρξη ή επιδείνωση μετά την τραυματική κατάσταση). • Ευερεθιστότητα – Εκρήξεις θυμού (λεκτική ή φυσική επιθετικότητα απέναντι σε ανθρώπους ή αντικείμενα). • Υπερεγρήγορση. • Υπερβολική αντίδραση στο ξάφνιασμα. • Δυσκολίες στη συγκέντρωση. • Διαταραχές του ύπνου. • Ριψοκίνδυνη ή αυτοκαταστροφική συμπεριφορά.
Η διαταραχή προκαλεί σημαντικού βαθμού δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή. Ο δια βίου επιπολασμός της διαταραχής υπολογίζεται σε περίπου 1%. Οι κλινικές εκδηλώσεις εμφανίζονται συνήθως εντός τριμήνου από τη στιγμή του ψυχοτραυματικού βιώματος, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις η έναρξή τους καθυστερεί ακόμα και χρόνια. Εκτιμάται ότι οι μισοί ασθενείς παρουσιάζουν πλήρη ύφεση των συμπτωμάτων μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη αυτών. Το 40% συνεχίζει να εμφανίζει ήπιας ή μέτριας βαρύτητας κλινική εικόνα, ενώ στο 10% παρατηρείται επιμονή ή επιδείνωση της συμπτωματολογίας.
Τι είναι η διαταραχή οξέος στρες;
Η διαταραχή οξέος stress χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο κλινικών εκδηλώσεων, παρόμοιων με εκείνων της διαταραχής μετατραυματικού stress, που διαρκούν από τρεις μέρες μέχρι ένα μήνα και αποτελούν συνέπεια μιας ψυχοτραυματικής κατάστασης (ορίζεται όπως και στη διαταραχή μετατραυματικού στρες). Η διαταραχή προκαλεί σημαντικού βαθμού δυσφορία ή/και δυσλειτουργικότητα. Για να τεθεί η διάγνωση θα πρέπει να αποκλειστεί η αιτιολογική σχέση της συμπτωματολογίας με σωματική νόσο, χρήση ουσιών ή άλλη ψυχιατρική διαταραχή.
Πως αντιμετωπίζονται οι σχετικές με ψυχοπιεστική ή ψυχοτραυματική κατάσταση διαταραχές;
Η διαταραχή προσαρμογής αντιμετωπίζεται συνήθως ψυχοθεραπευτικά με γνωσιακή-συμπεριφορική, συμβουλευτική και υποστηρικτική ψυχοθεραπεία. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να είναι χρήσιμη η χορήγηση αντικαταθλιπτικής-αγχολυτικής φαρμακευτικής αγωγής.
Η θεραπεία της διαταραχής μετατραυματικού στρες και της διαταραχής οξέος stress αποτελεί μια δύσκολη και επίπονη διαδικασία. Φαρμακευτικές ουσίες που έχουν χρησιμοποιηθεί και πιθανώς βοηθούν στην αντιμετώπιση των κλινικών εκδηλώσεων είναι οι SSRIs, η βενλαφαξίνη, η μιρταζαπίνη και η λαμοτριγίνη. Υπάρχουν, επίσης, ενδείξεις ότι η προπρανολόνη ίσως εμποδίζει σε κάποιο ποσοστό την εκδήλωση των συμπτωμάτων, όταν χορηγείται προληπτικά μετά από ψυχοτραυματική εμπειρία. Ψυχοθεραπευτικά τα καλύτερα αποτελέσματα έχει η γνωσιακή-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία (ψυχοεκπαίδευση, τεχνικές χαλάρωσης, γνωσιακή αναδόμηση, έκθεση στην πραγματικότητα, στην φαντασία ή σε εικονικό περιβάλλον), ενώ μια μέθοδος που εμπειρικά φαίνεται να βοηθάει είναι η οφθαλμοκινητική απευαισθητοποίηση και επανεπεξεργασία του τραύματος (EMDR). Κατά τη διάρκεια αυτής ο ασθενής εστιάζει σε σκέψεις και συναισθήματα που συνδέονται με την ψυχοτραυματική εμπειρία ενώ παράλληλα ο θεραπευτής προκαλεί σακκαδικές κινήσεις των οφθαλμών του θεραπευόμενου ζητώντας του να παρακολουθεί την οριζόντια κίνηση ενός οπτικού σημείου, συνήθως του δείκτη του χεριού του.